Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Περιήγηση στα αριστουργήματα της Περγάμου στη Νέα Υόρκη Μια έκθεση για τη δόξα της αρχαίας Περγάμου άνοιξε τις πύλες της στο κοινό, στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Μια περιήγηση στους θησαυρούς της έκθεσης

http://www.thetoc.gr/politismos/article/ta-aristourgimata-tis-pergamou-sti-nea-uorki

ΠΩΣ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΟΧΗΣ

ΠΩΣ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΟΧΗΣ ΕΝΔΟΠΑΡΑΓΡΑΦΙΚΑ :
  1. Αναζητούμε ανά περίοδο διαρθρωτικές λέξεις αλλά και τρόπους σύνδεσης-συνοχής, ξεκινώντας σε πρώτη φάση με τη σειρά (πρώτη, δεύτερη, τρίτη περίοδος κ.ο.κ.). Μπορεί να υπάρχουν πολλοί τρόποι.
  2.  Όταν τα εντοπίσουμε, καταγράφουμε τι σημαίνει και το καθένα (π.χ. επανάληψη λέξης-κλειδί, λέξη με νοηματική συγγένεια, αντίθεση κ.ά.).
  3. Στη συνέχεια, βλέπουμε και πώς συνδέονται όχι μόνο οι διαδοχικές περίοδοι (π.χ. η 2 με την 3) αλλά και η 1 με την 4, η 3 με την 6 κ.τ.λ. Το αναφέρουμε ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ επιγραμματικά.
  4. Στο τέλος, λέμε τυπικά ότι η συνοχή της παραγράφου ήταν ικανή (αν βρήκαμε αρκετές συνδετικές λέξεις-εκφράσεις-τρόπους) ή ισχυρή. Σε αυτό συνδράμει και η ΕΝΙΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΦΟΥΣ, τυπική έκφραση.
  5. Πολύ σχολαστικά…μπορείτε να κάνε λόγο για συνοχή και ανάμεσα σε κύριες και δευτερεύουσες μίας περιόδου (θεωρείται αποδεκτό). ΠΑΛΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ. ΑΠΛΩΣ ΑΝΑΦΟΡΑ.

Παρόμοια διαδικασία και διαπραγραφικά. Εκεί, επιπρόσθετα προσέχουμε πώς συνδέονται οι θεματικές περίοδοι των διαφόρων παραγράφων μεταξύ τους και κοιτάμε, δευτερευόντως, αν υπάρχει και κάποια σύνδεση μεταξύ κατακλείδας, π.χ. 3ης παραγράφου και θεματικής π.χ. 4ης παραγράφου

ΣΥΝΟΧΗ Α' ΛΥΚΕΙΟΥ

ΛΟΓΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Α. ΕΝΟΤΗΤΑ
Μια παράγραφος έχει ενότητα, αν όλες οι προτάσεις-λεπτομέρειές της σχετίζονται με την κύρια ιδέα της. Αυτό σημαίνει ότι η προσοχή μας πρέπει να επικεντρώνεται στην επιτυχή σύνθεση της θεματικής περιόδου, η οποία εκφράζει την κύρια ιδέα και μας βοηθά να συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σ’ αυτήν χωρίς παρεκκλίσεις.
Η θεματική περίοδος συνήθως μπαίνει στην αρχή της παραγράφου. Μπορεί όμως να τοποθετηθεί και στη μέση ή στο τέλος της.
Πρέπει πάντως να τονιστεί ότι ο πιο ασφαλής τρόπος δημιουργίας παραγράφου για μας είναι με την κλασική σειρά: θεματική περίοδος – λεπτομέρειες - κατακλείδα.
Β. ΑΛΛΗΛΟΥΧΙΑ
Η αλληλουχία δίνει στις επαρκώς ανεπτυγμένες, και σχετικές με το θέμα, ιδέες μια λογική και φυσική σειρά, και δείχνει καθαρά τη σχέση που έχουν μεταξύ τους.
Η αλληλουχία πετυχαίνεται:
  • με τη σαφή διάκριση των τμημάτων (πρόλογος, κύριο μέρος, επίλογος) και των υποτμημάτων (παράγραφος: θεματική περίοδος, λεπτομέρειες, κατακλείδα) του κύριου μέρους.
  • με τη σωστή διάταξηž η χρονολογική π. χ. σειρά εξυπηρετεί συνδέσεις και συσχετίσεις σε αφηγηματικά κείμενα. Στα περιγραφικά η ύλη διευθετείται τοπικά. Στα διασαφητικά, επεξηγηματικά, αποδεικτικά κτλ. κείμενα ακολουθείται η λογική σειρά.
Γ. ΣΥΝΟΧΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ
Μια σειρά από προτάσεις αποτελούν κείμενο, μόνο εφόσον υπάρχει σύνδεση μέσα στις προτάσεις και ανάμεσα σ’ αυτές, όταν δηλαδή η ερμηνεία / κατανόηση ενός στοιχείου της πρότασης εξαρτάται από την ερμηνεία κάποιου άλλου, στο οποίο αναγκαστικά καταφεύγει κανείς για μια αποτελεσματική ανάγνωση του κειμένου. Τη σύνδεση αυτή μπορούμε να την πετύχουμε:
α) με τη χρήση συνδετικών ή διαρθρωτικών λέξεων και εκφράσεων που διασφαλίζουν τη συνοχή του κειμένου.ΣΥΝΔΕΣΗ ΣΕ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ.
  • αίτιο – αποτέλεσμα: επειδή, διότι, γιατί, έτσι, γι’ αυτό το λόγο,...
  • αντίθεση – εναντίωση: αλλά, όμως, ωστόσο, από την άλλη πλευρά, αντίθετα, αν και, εντούτοις, άλλωστε, παρ’ όλα αυτά,...
  • επεξήγηση: δηλαδή με άλλα λόγια, με όσα είπα προηγουμένως εννοούσα, θα σας το παρουσιάσω με άλλο τρόπο, για να γίνω σαφέστερος,...
  • απαρίθμηση – πρόσθεση επιχειρημάτων: πρώτο...δεύτερο... τέλος, καταρχάς, εκτός απ’ αυτό, επιπλέον, παράλληλα, επιπρόσθετα, επίσης, ας σημειωθεί / προστεθεί ακόμη ότι – δεν πρέπει να λησμονούμε ακόμη ότι...
  • έμφαση: είναι αξιοσημείωτο ότι, αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα, πρέπει να τονιστεί ότι, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας, πράγματι, ειδικά, ξεχωριστά, πιο πέρα, περισσότερο,...
  • συμπέρασμα, ανακεφαλαίωση: συγκεφαλαιώνοντας, επιλογικά, συμπερασματικά, επομένως, συνεπώς, λοιπόν,...
  • παράδειγμα: π. χ., λ. χ., για παράδειγμα,...
  • χρονική σχέση: ύστερα, έπειτα, προηγουμένως, εντωμεταξύ, αργότερα, πάντοτε, αμέσως, συγχρόνως,...
  • διάρθρωση του κειμένου: το άρθρο / κείμενό μου χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο...
Β) ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΞΕΤΑΣΟΥΜΕ ΑΡΓΟΤΕΡΑ, Λ.Χ. ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΛΕΞΗΣ-ΚΛΕΙΔΙ, ΣΥΝΩΝΥΜΩΝ, ΜΕ ΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΤΩΝΥΜΙΑ, ΔΙΑΖΕΥΞΗ Κ.Α.

β) με τη συνεκτικότητα, δηλαδή τη νοηματική συνάφεια και συγγένεια που υπάρχει ανάμεσα στις προτάσεις και στις παραγράφους.
  • η επανάληψη μιας λέξης / φράσης
  • η παράλειψη μιας λέξης / φράσης που ήδη αναφέρθηκε
  • η αντικατάσταση μιας λέξης με αντωνυμία, με επίρρημα, με άλλη συνώνυμη λέξη.
  • Λογικές σχέσεις , π.χ. αίτιο-αποτέλεσμα, αντίθεση, αιτιολόγηση- επεξήγηση, προϋπόθεση κ.ά.

Με τους ίδιους τρόπους, δηλαδή συνοχή και συνεκτικότητα, συνδέονται μεταξύ τους και οι παράγραφοι.

ΞΑΝΑ, ΤΑ ΦΥΛΑ (ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ) ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. ΕΝΑ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΠΗΓΩΝ.

ΤΑ ΦΥΛΑ (ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ) ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. ΕΝΑ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΠΗΓΩΝ.

 

ΜΕ ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΝΣΤΆΣΕΙΣ, ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ...

Η γυναίκα στην παραδοσιακή και στη σύγχρονη κοινωνία

Στις δυτικές κοινωνίες η παραδοσιακή-πατριαρχική οικογένεια χαρακτηριζόταν από την ανισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα η οποία επεκτεινόταν σε όλους τους τομείς της ζωής.

Βασικά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών-πατριαρχικών κοινωνιών ήταν:

1.  O γάμος στηριζόταν στα κοινωνικο-οικονομικά συμφέροντα των δύο συμβαλλομένων οικογενειών· Επομένως, ο έρωτας ή η ρομαντική αγάπη δεν αποτελούσε προϋπόθεση ούτε υπήρχαν προσδοκίες για ανάπτυξη ενός τέτοιου είδους αγάπης. H επιλογή συντρόφου γινόταν από τους γονείς και οι επιθυμίες του ζευγαριού δε θεωρούνταν συνήθως σημαντικές.
2. H σεξουαλικότητα ήταν άμεσα συνυφασμένη με την αναπαραγωγή. H ανισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών επεκτεινόταν και στη σεξουαλική τους ζωή. Οι άντρες είχαν το δικαίωμα πριν από το γάμο τους να έχουν σεξουαλικές εμπειρίες – όμως θέλοντας να εξασφαλίσουν τη συνέχεια στην καταγωγή και τη μεταβίβαση της περιουσίας, ήθελαν να είναι σίγουροι ότι μια συγκεκριμένη γυναίκα θα ήταν η μητέρα των παιδιών τους. Για αυτό η παρθενιά ήταν μια θεμελιώδης αρετή που έπρεπε να χαρακτηρίζει μια γυναίκα για να μπορέσει να παντρευτεί, ενώ παράλληλα η αφοσίωση και η πίστη προς τον άντρα τους ήταν δύο αρετές που καλλιεργούνταν στα κορίτσια και απαιτούνταν από την παραδοσιακή κοινωνία ώστε να μπορέσει ένας γάμος να στεριώσει.
3.  Οι οικογένειες ήταν πολυμελείς – τα παιδιά αποτελούσαν οικονομική επένδυση για μια οικογένεια αφού τόσο οι αγροτικές εργασίες όσο και οι δουλειές του νοικοκυριού απαιτούσαν μεγάλο αριθμό εργατικών χεριών. Τα παιδιά έπρεπε να είναι υπάκουα στους γονείς [βρίσκονταν σε παρόμοια κοινωνική θέση όπως και οι γυναίκες] ενώ παράλληλα, δεν ανατρέφονταν με βάση τις ψυχοσωματικές τους ανάγκες αλλά οι γονείς ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη συνεισφορά τους στις κοινές οικογενειακές ασχολίες που είχαν ως στόχο την επιβίωση της οικογένειας.

H ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιστημών και η εξάπλωση τους σε μια μεγάλη μερίδα χωρών ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους που επηρέασαν τις αξίες, τις αντιλήψεις και κατά συνέπεια τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Οι γενικές αυτές κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές συνοδεύτηκαν από μια σειρά αλλαγών στους διάφορους κοινωνικούς θεσμούς – όπως η οικογένεια. O ρόλος των γυναικών μέσα στην οικογένεια και στην κοινωνία γενικότερα έχει ενδυναμωθεί αφού σήμερα διεκδικούν το δικαίωμα μόρφωσης τους, ένταξης στην αγορά εργασίας, είναι οικονομικά ανεξάρτητες, διεκδικούν μεγαλύτερη νομική ισότητα, έχουν περισσότερη ελευθερία.
 
(Οικογένεια και αλλαγή,http://sciencearchives.wordpress.com/2011/01/07/%CE%AD-%CF%8D-%CE%AC/)


Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ




                                                 Θέση της γυναίκας  

Η θέση της γυναίκας στην επτανησιακή κοινωνία ήταν καθορισμένη από την πατρική οικογένεια μέχρι το γάμο ,και μετά το γάμο, από τον άντρα και την οικογένειά του. Καλυτέρευε η θέση της στην περίπτωση που αποκτούσε παιδιά και ιδιαίτερα αν έδινε διάδοχο στην οικογένεια  του άντρα της, που θα συνέχιζε το όνομα της οικογένειας .Εκτός όμως του ονόματος και της συνέχειας του θα αύξανε στην περιουσία της οικογένειας με την προίκα των κοριτσιών-νυφών που θα παντρευόταν με τα αρσενικά μέλη .Η γυναίκα ήταν υπεύθυνη για την ανατροφή των παιδιών ,για το νοικοκυριό ,για τις δουλειές του σπιτιού.

                              Θέση της αστής (εύπορης οικογένειας) γυναίκας  

Όπως φαίνεται και από την αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μαρτινέγκου Μουτζάν, η γυναίκα ήταν στη θέληση του πατέρα της υποταγμένη .Ούτε ο αδελφός της, εφόσον ήταν στην ζωή ούτε κανείς άλλος  μπορούσε να την βοηθήσει .Ήταν ένας Pater Famiglias – πατέρας αφέντης .Όταν διαπίστωσε ότι τα συγγράμματα της αφορούσαν την κοσμική κλασσική παιδεία και όχι τη θρησκευτική , έδιωξε τον ιερωμένο δάσκαλο της και αποφάσισε την εξαφάνισή της. Την έκλεισε στο υπόγειο και της απαγόρευσε τη μόρφωση .Το ίδιο συνέβαινε και με τη ¨Στέλλα Βιολάντη. Όλοι ήταν εξαρτημένοι από τον πατέρα Βιολάντη .Ο έρωτας της νεαρής Στέλλας δεν είχε σημασία ,ο γάμος της ήταν επιλογή του πατέρα της .Να ληφθεί υπόψη ότι η μόρφωση ήταν θέλημα του πατέρα στις εύπορες οικογένειες και βέβαια όχι στα σχολεία της πόλης ,αλλά κατ’οίκον και συγκεκριμένη .
Βέβαια, η γυναίκα στην αστική τάξη έπρεπε να ξέρει να γράφει και να διαβάζει, καθώς επίσης και αριθμητική .Έτσι, σε περίπτωση απουσίας των ανδρών για εμπορικά ταξίδια και δουλειές στο εξωτερικό, θα ήταν σε θέση οι γυναίκες να γράφουν και να διαβάζουν την αλληλογραφία για να μη διαρρέουν τα οικογενειακά μυστικά. Η αριθμητική θα εξασφάλιζε τον έλεγχο των εσόδων-εξόδων σε περίπτωση απουσίας των ανδρών. Αναμφισβήτητα  οι γυναίκες έπρεπε να ξέρουν να κεντούν ,να ράβουν ,να υφαίνουν ,να στρώνουν τραπέζι και βέβαια να δέχονται και να περιποιούνται φιλοξενούμενους στο αστικό τους σπίτι .Τη γνώμη τους δεν επιτρεπόταν να την κοινοποιούν σε πολύ κόσμο, αν δεν ήταν σύμφωνος ο άνδρας του σπιτιού .Και το ντύσιμο τους ήταν συγκεκριμένο ,οι ελεύθερες (ανύπαντρες) κάλυπταν με μαντίλι στις εξόδους ( δαντελένιο ,μεταξωτό , άσπρο ή σκούρο) κατά την περίπτωση .Αντίστοιχα καπέλο με βέλος ή χωρίς , πλατύ (όχι μπερέ) τόσο για προστασία από τον ήλιο αλλά και κακοκαιρία .Όλοι την προετοίμαζαν για σύζυγο ,μητέρα , οικοδέσποινα ,στολίδι του σπιτιού και πολύφερνη νύφη για τον γαμπρό της αρεσκείας του πατέρα,  ώστε να δώσει λιγότερη προίκα .Για το πανεπιστήμιο η γυναίκα δεν μπορούσε να σκεφτεί . Επίσης η γνώση της μουσικής-πιάνο ,  άρπα ήταν αποδεκτή.

              Η αγρότισσα γυναίκα-η θέση της στην τοπική κοινωνία

Εξαρτημένη , υποταγμένη , χωρίς γνώμη , χωρίς “φωνή” .Μετρούσε μόνο για εργατικό δυναμικό . Στη “Φόνισσα” του Παπαδιαμάντη διαβάζουμε …” δούλα των γονιών μου και των αδελφών μου , μετά δούλα του άντρα μου και των παιδιών μου και τώρα των εγγονών μου…” Αυτή ήταν η διαδρομή της γυναίκας στην κατώτερη τάξη της κοινωνίας . Η μέρα της άρχιζε με δουλειά στους αγρούς αντίστοιχα με την εποχή θερισμός κ . ά , φροντίδα των παιδιών  , πλύσιμο ρούχων ,ζύμωμα ψωμιού,μαγείρεμα ,καθάρισμα ,συντήρηση σπιτιού , πλέξιμο ρούχων οικογένειας ,φροντίδα των γερόντων-πεθερικών, ανύπαντρων αδελφών της οικογένειας ,φροντίδα των ζώων-υποζύγια ,πρόβατα ,αγελάδες ,κότες ,που σίγουρα υπήρχαν σε κάθε σπίτι αγροτικό .Από την στιγμή που γεννιόταν μέχρι που θα πέθαινε απλά άλλαζε αφέντες ,στην αρχή ο πατέρας και τα αγόρια αδέλφια κι έπειτα ο σύζυγος και ο πεθερός .Η θέση της γυναίκας στην αγροτική κοινωνία την κρατούσε μακριά  από την εκπαίδευση ,τη μόρφωση και την καλλιέργεια .Η συμπεριφορά της , το ντύσιμο της , η διασκέδαση της και τα συναισθήματα της ήταν προκαθορισμένα .Η πολύωρη εργασία, βαριά ή ελαφριά, ήταν μια καθημερινότητα .Πάντα με μαντήλι για τον ήλιο αλλά και για να προστατευθεί από τα βλέμματα .(Στην Κέρκυρα άλλο ήταν για την παντρεμένη, άλλο για την αρραβωνιασμένη, για τη χήρα, για τη χαρά ή τη λύπη). Μακριές φούστες , ποδιά και βαμβακερές μπλούζες (σαν πουκάμισα), μάλλινες κάλτσες και μάλλινες ζακέτες συμπλήρωναν το καθημερινό ντύσιμο (εκτός από τη ανοιξιάτικη στολή που ήταν όμοια με αυτή των γιορτινών ημερών). Εκτός δουλειάς, η βόλτα της ήταν να πάει στην βρύση για νερό (τρόπος για να την δουν οι άντρες), τα πανηγύρια , η εκκλησία τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές ή οι γάμοι των συγγενών που πάντα πήγαιναν οι άντρες, ενώ η γυναίκα μπορεί και να απουσίαζε, γιατί οι δουλειές ( τάισμα ζώων ,κλείσιμο των ζώων τη νύχτα ,άρμεγμα κ . λ . π)  ήταν καθημερινές, ανεξαρτήτως γιορτής .Τα συναισθήματα της έπρεπε να είναι περιορισμένα: να μην γελάει ,να μην φωνάζει για να μην προκαλεί ,να μην κλαίει γιατί θα κινούσε την περιέργεια ,να μην εκδηλώνει συμπάθεια ή θυμό γιατί θα προκαλούσε τα σχόλια .Οι άντρες του σπιτιού είχαν το δικαίωμα να τη δείρουν ,να τη κλωτσήσουν  ,να την κουρέψουν αν παραστρατούσε ,να την κλείσουν σε μοναστήρι ή και να την σκοτώσουν .
Εάν ερωτευόταν παρά την θέληση του πατέρα ή του αδελφού η ποινή ήταν στη διακριτική ευχέρεια των ανδρών της οικογένειας. Εάν είχε προγαμιαίες σχέσεις ή έμενε έγκυος είχε τις εξής λύσεις , ή να πάρει δηλητήριο και να φαρμακωθεί ,ή να κλεφτεί με τον αγαπημένο της (εάν ήταν πρόθυμος ,όχι υποχρεωμένος) ή να πάει σε μοναστήρι ή να σκοτωθεί .Ούτε να παραπονεθεί για κούραση ή για αδικία ,ούτε να διεκδικήσει τίποτα .
Τελικά , η θέση της γυναίκας ήταν υποβαθμισμένη είτε ήταν εύπορη είτε φτωχή .Σίγουρα η ταλαιπωρία της καθημερινότητας ήταν πολύ μεγαλύτερη στις φτωχές γυναίκες των χαμηλότερων τάξεων .Όμως η ψυχική και πνευματική υποβάθμιση ήταν μέγιστη για την γυναίκα γενικά .Παρατηρείται στις “Ηρωίδες” του Ξενόπουλου ,στις “Γυναίκες” του Κων/νου Θεοτόκη , στην “Αρετούσα” του Κορνάρου .Εάν η γυναίκα ξέφευγε από την κακή της μοίρα ήταν θέλημα της τύχης ή εξαίρεσης π . χ καλός πατέρας ή σύζυγος ή αστάθμητη συγκυρία στη ζωή της .Η επανάσταση από μέρους της γυναίκας δεν ήταν συχνά φαινόμενο αλλά πάντα της έδινε την επιθυμητή λύση .
……………………………..

Τα φύλα στη Λογοτεχνία: Πώς παρουσιάζεται η γυναίκα στο τραγούδι «Του νεκρού αδελφού»

Στο τραγούδι «Του νεκρού αδελφού» υπάρχουν δύο γυναικείες παρουσίες, μέσα από τη στάση των οποίων μπορούμε να λάβουμε πληροφορίες για τη θέση της γυναίκας, την εποχή που συντέθηκε το τραγούδι (9ος αιώνας μ.Χ.), η μητέρα και η δωδεκάχρονη κόρη της, η Αρετή.
Η Αρετή:
Η νεαρή κοπέλα εμφανίζεται να παραμένει διαρκώς στο σπίτι, δεχόμενη τις φροντίδες της μητέρας της, χωρίς να μας δίνεται κάποια πληροφορία για το αν η ίδια αναλάμβανε κάποιες από τις ευθύνες του σπιτιού ή αν υπήρχε μέριμνα για την εκπαίδευσή της.
Η πληροφορία στην οποία δίνεται έμφαση είναι ότι η κοπέλα είχε φτάσει στα 12 χρόνια της, χωρίς ποτέ να τη δει ο ήλιος. Στοιχείο που έμμεσα υποδηλώνει την καλή κοινωνική της θέση, καθώς μόνο οι κοπέλες που ανήκαν σε ευκατάστατες οικογένειας είχαν τη δυνατότητα να αποφεύγουν πλήρως τη συμμετοχή τους στις εργασίες της οικογένειας (είτε επρόκειτο για κάποια αγροτική ενασχόληση, είτε για τις καθημερινές δουλειές του σπιτιού). 
Η προφύλαξη της αρετής από τον ήλιο μας παραπέμπει σε δύο σημαντικά στοιχεία εκείνης της εποχής, αφενός την ιδιαίτερη εκτίμηση που είχαν στη λευκότητα του δέρματος των γυναικών, καθώς αυτό υποδήλωνε καλή οικονομική κατάσταση, μιας και η γυναίκα δεν χρειαζόταν να ασχολείται με εργασίες εκτός του σπιτιού, κι αφετέρου τη φροντίδα που υπήρχε να μην βλέπουν οι ξένοι άντρες την κοπέλα. Η Αρετή μένει προφυλαγμένη μέσα στο σπίτι, μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα, ώστε η τιμή της να παραμείνει άθικτη και να μην υπάρξει ούτε η υπόνοια ότι είχε κάποια συναναστροφή με κάποιον άντρα.
Παρατηρούμε, επομένως, ότι η καλή φήμη που αποκτά η Αρετή και επικυρώνεται με τον ερχομό των προξενητάδων από τη Βαβυλώνα, δεν βασίζεται ούτε στην εργατικότητά της, ούτε στην πνευματική της καλλιέργεια, αλλά στο γεγονός ότι έχει δοθεί τόση φροντίδα από τη μητέρα της, ώστε η κοπέλα να παραμείνει ανέγγιχτη τόσο από τον ήλιο όσο κι από τα αδιάκριτα βλέμματα. Ενώ, παράλληλα, το ενδιαφέρον από μια τόσο μακρινή περιοχή, καθιστά προφανές ότι η κοπέλα θα πρέπει να ήταν ξεχωριστά όμορφη.
Για τις γυναίκες εκείνης της εποχής, το βασικό τους πλεονέκτημα δεν ήταν η δυναμική τους προσωπικότητα, ούτε η μόρφωσή τους, αλλά η αγνότητα και η τιμή τους. Σε αντίθεση με τις σύγχρονες γυναίκες που οφείλουν να διασφαλίσουν για τον εαυτό τους καλή μόρφωση, ώστε να μπορέσουν να αποκαταστηθούν επαγγελματικά, οι γυναίκες εκείνης της εποχής δεν είχαν καμία τέτοια ευθύνη, εφόσον δεν εργάζονταν ούτε αναμενόταν από εκείνες να έχουν μορφωθεί.
Σε πολύ μικρή ηλικία η Αρετή, μόλις στα 12 χρόνια της, οφείλει να αποδεχτεί τις ευθύνες του οικογενειακού βίου, γεγονός που αναδεικνύει την τελείως διαφορετική νοοτροπία που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Σε αντίθεση με τη σύγχρονη εποχή, που στις ανεπτυγμένες κοινωνίες αυτή η ηλικία είναι απαγορευτική για την τέλεση γάμου, βλέπουμε ότι η οικογένεια της Αρετής δεν εξετάζει καν το θέμα της ηλικίας της, θεωρώντας προφανώς πως είναι απόλυτα λογικό να τη ζητούν σε γάμο.
Ενδεικτικό για τη θέση της γυναίκας είναι το γεγονός ότι στη συζήτηση που γίνεται για να αποφασιστεί αν θα γίνει δεκτό το προξενιό, η Αρετή δεν έχει το δικαίωμα να συμμετέχει. Η απόφαση του γάμου αφορούσε, κανονικά, τον πατέρα της οικογένειας, ο οποίος ήταν ο μόνος υπεύθυνος να αποφασίσειγια το ποιος θα γίνει σύζυγος της κόρης του. Η κοπέλα περίμενε απλώς την απόφαση του πατέρα της και όφειλε να υπακούσει, χωρίς να μπορεί η ίδια να εκφράσει τη δική της θέληση. Με αυτό τον τρόπο η γυναίκα περνούσε από τον έλεγχο του πατέρα της, στον έλεγχο του συζύγου της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πάντως, επειδή στην οικογένεια δεν υπάρχει πατέρας, η απόφαση θα ληφθεί από τη μητέρα και τους γιους της.
Μετά την απόφαση για το γάμο της κοπέλας, τη συναντάμε ξανά όταν ο Κωσταντής, έχοντας επιστρέψει από τον κάτω κόσμο, πηγαίνει για να τη φέρει πίσω στη μητέρα τους. Η Αρετή εμφανίζεται να χτενίζει τα μαλλιά της στο φως του φεγγαριού, γεγονός που υποδηλώνει ότι η νεαρή κοπέλα συνεχίζει να ζει, όπως της έμαθε η μητέρα της, προφυλάσσοντας τον εαυτό της από το φως του ήλιου. Ενώ, σ’ ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης θα μπορούσε η στάση της αυτής να σημαίνει ότι κρατά σκοπίμως τις συνήθειες που της έμαθε η μητέρα της, ως μοναδικό μέσο επαφής μαζί της, μιας και δεν είχε πια τη δυνατότητα να τη βλέπει. Μπορούμε, δηλαδή, να διαπιστώσουμε μια διάθεση νοσταλγίας στο γεγονός ότι η κοπέλα συνεχίζει ακόμη την ίδια ρουτίνα που είχε όσο ζούσε με τη μητέρα της. Παρ’ όλο που παντρεύτηκε η κοπέλα δεν έχει πάψει να θυμάται και να νοσταλγεί τους δικούς της.
Ο έντονος συναισθηματισμός των γυναικών είναι μια θεματική συχνά επαναλαμβανόμενη στη λογοτεχνία, όπου οι γυναίκες παρουσιάζονται να βιώνουν σε μεγάλο βαθμό την αγάπη για την οικογένειά τους και φυσικά τον πόνο του αποχωρισμού.
Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζει η αντίδραση της κοπέλας, όταν ο αδερφός της, της ζητά να τον ακολουθήσει. Η Αρετή ρωτά αν πρόκειται για χαρά ή για πίκρα, ώστε να ντυθεί ανάλογα. Η μέριμνα αυτή της κοπέλας για το τι θα πρέπει να φορέσει, εκφράζει την ιδιαίτερη προσήλωση των γυναικών, που έχουν λάβει καλή αγωγή, στο τι είναι αρμόζον σε κάθε περίσταση. Η ερώτηση αυτή, που θα ακουγόταν παράλογη αν προερχόταν από έναν άντρα, παρουσιάζεται συνεπής με το ήθος και τους τρόπους των γυναικών, οι οποίες εμφανίζονται να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στην εμφάνισή τους και κυρίως στο να είναι κατάλληλα ντυμένες για κάθε ξεχωριστή περίσταση.
Παρά το γεγονός ότι ο αδερφός της έρχεται νύχτα και εντελώς απροσδόκητα, η κοπέλα υπακούει στο κάλεσμά του και στην πορεία της διαδρομής παρά τα ανησυχητικά σχόλια που ακούει από τα πουλιά, μιλά με σεβασμό και διστακτικότητα στον αδερφό της. Η στάση της Αρετής είναι συνεπής, άλλωστε, με τη γενικότερη απαίτηση που υπήρχε για τις γυναίκες να σέβονται, όχι μόνο τον πατέρα και το σύζυγό τους, αλλά και τα υπόλοιπα αρσενικά μέλη της οικογένειάς τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλιστα, που η κοπέλα δεν είχε πατέρα, ο αδερφός της είναι φορέας ιδιαίτερου κύρους και η Αρετή δε θα τολμούσε να δείξει απέναντί του ανυπακοή ή ασέβεια.
Στο κλείσιμο του τραγουδιού η κοπέλα βλέπει με πόνο την εγκατάλειψη του σπιτιού της κι όταν αντικρίζει τη «γλυκιά» της μάνα, την αγκαλιάζει και πεθαίνει μαζί της. Η σκηνή αυτή που οδηγεί στη λύτρωση τις δύο γυναίκες της ιστορίας, εκφράζει με ιδιαίτερη ένταση τον πόνο που είχε κυριεύσει τις ψυχές τους και τη δύναμη της αγάπης τους. Η ένταση της συγκίνησης μοιάζει να τερματίζει τις ζωές τους, αν και είναι εύλογο πως τόσο η μητέρα, όσο και η Αρετή δεν επιθυμούν να ζουν σ’ ένα κόσμο όπου η οικογένειά τους έχει ξεκληριστεί.

Η μητέρα:
Η μητέρα αναλαμβάνει τη φροντίδα της Αρετής, που είναι η μοναχοκόρη της, και μεριμνά ιδιαίτερα για την προστασία της. Η μητέρα, ως μεγαλύτερη, οφείλει να μεταδώσει στην κόρη της, τις κατάλληλες αρχές και να τη βοηθήσει να μάθει ποια θα πρέπει να είναι συμπεριφορά της και τι αναμένεται από εκείνη. Η μητέρα λειτουργεί, δηλαδή, ως πρότυπο αλλά και ως φορέας αγωγής για την Αρετή, καθώς μέσα από τις φροντίδες της, η νεαρή κοπέλα θα γνωρίσει ποια είναι η κοινωνική της θέση και ποια θα πρέπει να είναι η στάση της σε κάθε περίσταση.
Η μητέρα στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει έναν ξεχωριστό ρόλο, καθώς η απουσία του πατέρα, την αναγκάζει να τον αναπληρώσει. Εντούτοις, όπως γίνεται σαφές μέσα από τη συζήτηση για το γάμο της Αρετής, η μητέρα δεν αποκτά όλες τις δικαιοδοσίες του άντρα της, γι’ αυτό και δεν αποφασίζει μόνη της. Ενώ, ο πατέρας θα λάμβανε μόνος του την απόφαση, η μητέρα οφείλει να ακούσει τη γνώμη των γιων της, μιας και είναι οι άντρες της οικογένειας. Το γεγονός, άλλωστε, ότι υποχωρεί μπροστά στην αποφασιστικότητα του Κωσταντή, δείχνει πως δεν είναι σε θέση να αγνοήσει τις επιθυμίες των γιων της και να επιβάλει τη δική της άποψη.
Η μητέρα απέναντι στις σκέψεις του Κωσταντή για τα οφέλη που θα φέρει στην οικογένεια ο γάμος της Αρετής, απαντά με μια πιο συναισθηματική προσέγγιση. Για τη μητέρα δεν έχει σημασία αν θα αποκτήσει η οικογένειά της δεσμούς με μια ξένη περιοχή, για τη μητέρα σημασία έχει ότι αν η κόρη της φύγει μακριά, δε θα μπορεί πλέον να τη βλέπει. Η μητέρα σκέφτεται πως είτε η οικογένειά της έχει ένα χαρούμενο γεγονός (π.χ. ο γάμος ενός από τους γιους) είτε έχει κάποια πίκρα (π.χ. μια ασθένεια ή έναν θάνατο), η Αρετή δε θα είναι κοντά τους. Μπροστά δηλαδή στην πρακτική λογική του γιου της, η μητέρα απαντά με το συναίσθημα και φυσικά με την προνοητικότητα που έχει πάντοτε ένας μεγαλύτερος άνθρωπος, που έχει ήδη ζήσει πολλά.
Ο θάνατος των γιων της αφήνει τη μητέρα ολομόναχη, χωρίς κανέναν δικό της άνθρωπο, μιας κι η κόρη της βρίσκεται στην ξενιτιά. Η μητέρα μπροστά στους τάφους των γιων της θρηνεί για το χαμό τους, όπως θα έκανε βέβαια κάθε γονιός, αλλά στον τάφο του Κωσταντή ξεσπά την οργή της και τον αναθεματίζει, αφού εκείνος επέμενε να δώσουν τη μοναχοκόρη της στην ξενιτιά. Η οργή της μητέρας, βέβαια, δεν υποδηλώνει μίσος για τον γιο της, εκφράζει όμως την έντονη πίκρα της για το γεγονός ότι τον εμπιστεύτηκε και τώρα έχει απομείνει εντελώς μόνη της.
Η σκηνή αυτή στο νεκροταφείο πέρα από την ιδιαίτερη αξία της για τη συνέχιση της ιστορίας, μας αποκαλύπτει μια χαρακτηριστική εικόνα για το πώς οι γυναίκες εξέφραζαν τον πόνο ή την οργή τους. Οι κατάρες και το τράβηγμα των μαλλιών τους, ήταν ο σταθερός τρόπος παρουσίασης του γυναικείου πόνου. Σε αντίθεση με τους άντρες που εμφανίζονται να επιτίθενται σ’ εκείνον που τους εξοργίζει, οι γυναίκες στρέφουν την οργή τους στον εαυτό τους, ξεριζώνοντας τα μαλλιά τους και παράλληλα καταφεύγουν στους αναθεματισμούς και τις κατάρες, που ήταν ιδιαίτερα επίφοβες για τους ανθρώπους της εποχής.
Η δύναμη, άλλωστε, της μητρικής κατάρας γίνεται εξαιρετικά αισθητή σ’ αυτό το τραγούδι, μιας και είναι η βασική αιτία που αναταράζει τη φυσική σειρά των πραγμάτων και σηκώνει το νεκρό Κωσταντή από τον τάφο του.
Ενδιαφέρον, παράλληλα, παρουσιάζει το γεγονός ότι η μητέρα μπροστά στο θάνατο των παιδιών της, λυγίζει κι αφήνει τα πάντα στο έλεος του χρόνου. Κλεισμένη στο σπίτι απέχει από κάθε προσπάθεια και φροντίδα, κι αδιαφορεί για την εικόνα εγκατάλειψης που δείχνει το σπίτι και ο κήπος της. Το μόνο που περιμένει είναι η λύτρωση που θα της φέρει ο θάνατος, μιας κι έχει χάσει πια κάθε ελπίδα να δει ξανά την αγαπημένη της κόρη.
Το γεγονός ότι η μητέρα θεωρεί βέβαιο πως δεν θα δει ποτέ πια την κόρη της γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό, όταν η Αρετή την αποκαλεί «μανούλα», «γλυκιά μου μάνα» κι εκείνη ρωτά ποιος είναι αυτός που με φωνάζει μάνα. Η μητέρα αδυνατεί να πιστέψει πως μέσα σ’ όλον αυτόν τον πόνο, η ζωή της επέτρεψε να αγκαλιάσει για μιαν ακόμη φορά την κόρη της, και είναι τέτοια η συγκίνησή της, που πεθαίνει στην αγκαλιά του παιδιού της.

Τα φύλα στη Λογοτεχνία: Πώς παρουσιάζεται ο άντρας στο τραγούδι «Του νεκρού αδελφού»

Στο τραγούδι αυτό παρά το γεγονός ότι η οικογένεια έχει εννιά αγόρια, μόνο ένα από αυτά προβάλλεται, ο Κωσταντής.
Η εστίαση στον Κωσταντή μας επιτρέπει να κατανοήσουμε την αντίληψη εκείνης της εποχής πως κάθε φορά μόνο ένας από τους άντρες μπορεί να έχει τον πρώτο λόγο σε μια οικογένεια ή κοινωνία, γι’ αυτό και μεταξύ των εννιά αδερφών ο Κωσταντής, έχοντας ισχυρότερη θέληση, ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Αν στην οικογένεια του τραγουδιού υπήρχε ο πατέρας, κανένας από τους γιους δε θα ξεχώριζε, υπό την έννοια πως αρχηγός της οικογένειας είναι ο πατέρας και όλοι υπακούν στις επιθυμίες του. Η απουσία, όμως, του πατέρα αφήνει ανοιχτό το πεδίο για την ανάδειξη ενός άλλου ηγετικού προσώπου, το οποίο τελικά είναι ο Κωσταντής.
Ο ήρωας του τραγουδιού, στη συζήτηση που γίνεται για το γάμο της Αρετής,παρουσιάζεται παρορμητικός, χωρίς ιδιαίτερη διορατικότητα, αλλά με μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του. Ο Κωσταντής αναλογιζόμενος το συμφέρον της οικογένειάς του, δε δίνει προσοχή στο συναισθηματισμό που εκφράζουν οι αδερφοί και η μητέρα του. Θεωρεί ως δεδομένο ότι πάντοτε θα είναι υγιής και δυνατός, γι’ αυτό και δε διστάζει να δώσει βαρύ όρκο στη μητέρα του, πως ότι κι αν συμβεί εκείνος θα πάει να της φέρει την Αρετή.
Η σκέψη του Κωσταντή περιορίζεται σ’ αυτό που φαίνεται εκείνη τη στιγμή περισσότερο συμφέρον και δεν αναλογίζεται τους πιθανούς κινδύνους και τις αλλαγές της τύχης. Με δυναμισμό και αποφασιστικότητα, δείχνει σε όλους ότι είναι απόλυτα πρόθυμος να φανεί συνεπής σε ό,τι υπόσχεται κι έτσι ξεπερνάει τις αντιρρήσεις των δικών του για το γάμο της αδερφής του.
Ο Κωσταντής γνωρίζει ότι οφείλει να δείχνει σεβασμό στη μητέρα του, αλλά δεν αποδέχεται να ληφθεί μια απόφαση με βάση τους συναισθηματισμούς και τις ανησυχίες. Κρίνει πως ο γάμος της Αρετής μπορεί να φανεί χρήσιμος στην οικογένειά του και δεν έχει κανένα δισταγμό στο να υποστηρίξει σθεναρά την άποψή του.
Πέρα, πάντως, από την εμφανέστατη αποφασιστικότητα του νεαρού Κωσταντή, μπορούμε να διακρίνουμε κι άλλες αρετές στην προσωπικότητά του, οι οποίες γίνονται αισθητές όταν παίρνει μαζί του την Αρετή, για να την επιστρέψει στη μητέρα του. Αντιλαμβανόμενος τους δισταγμούς της αδερφής του και το φόβο που εύλογα θα αισθανόταν με όσα άκουγε από τα πουλάκια, φροντίζει να την καθησυχάζει και να διασκεδάζει τις υποψίες της. Ο Κωσταντής δε θέλει να τρομάξει την Αρετή και κατανοεί πλήρως τον αντίκτυπο που θα είχαν στην ευαίσθητη ψυχή της οι υποψίες που της δημιουργούσαν τα πουλιά, αλλά και η ίδια η εμφάνισή του. Γι’ αυτό με κάθε τρόπο διαψεύδει όσα λένε τα πουλιά και διαβεβαιώνει την αδερφή του πως τίποτε το περίεργο δε συμβαίνει.
Ξεχωριστή αναφορά, επίσης, θα πρέπει να γίνει για τη σκηνή όπου ο Κωσταντής εγείρεται από τον τάφο του. Ο νέος εμφανίζεται με τον ίδιο δυναμισμό που είχε κι όταν ήταν ζωντανός να κάνει το σύννεφο άλογο, το άστρο χαλινάρι και το φεγγάρι συντροφιά, και χωρίς δεύτερες σκέψεις να πηγαίνει για την Αρετή. Η αποφασιστικότητα που χαρακτήριζε τον ήρωα, όσο ήταν ζωντανός, γίνεται κι εδώ αντιληπτή, με τον Κωσταντή να βγαίνει από τον τάφο, σαν να ήταν πανέτοιμος για το ταξίδι αυτό.
Ενώ, λοιπόν, για τις γυναίκες, ο συναισθηματισμός, η νοσταλγία και η τρυφερότητα αποτελούν τα βασικά χαρακτηριστικά, για τους άντρες έχουμε το δυναμισμό, το θάρρος, την αποφασιστικότητα και, όπως φαίνεται στο συγκεκριμένο τραγούδι, την αξία που δίνεται στο να τηρεί ένας άντρας το λόγο του.



                   Η θέση της γυναίκας κατά ιστορική περίοδο


Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

Μεσαίωνας χαρακτηρίζεται η χρονική περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας που διαδέχεται την περίοδο της Αρχαιότητας και τελειώνει με την περίοδο της Αναγέννησης.
Ο μέσος σύγχρονος άνθρωπος είναι σχεδόν πεπεισμένος ότι η θέση της γυναίκας στα χρόνια του Μεσαίωνα ήταν άθλια. Καταπιεσμένες από αυταρχικούς και βίαιους συζύγους, καταπιεσμένες από τους φεουδάρχες, καταπιεσμένες από την Εκκλησία που τις θεωρεί σύμβολα της αμαρτίας και του κακού, που όταν δεν τις στέλνει στην πυρά, για να τις κάψει σαν μάγισσες, οι γυναίκες του Μεσαίωνα φαίνεται να ζούσαν σε συνθήκες απόλυτης δυστυχίας. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν απεικονίζει επακριβώς την καθημερινή τους ζωή, καθώς ο Μεσαίωνας υπήρξε πολύ καλύτερος για τη γυναίκα απ’ ό,τι η Αρχαιότητα ή οι αιώνες που ακολούθησαν την “εποχή της φεουδαρχίας”. Ουσιαστικά, πρέπει να φτάσουμε στον 20ο αιώνα, και ειδικότερα στο δεύτερο μισό του, για να διαπιστώσουμε θεαματική βελτίωση.
Οι γυναίκες γενικά ήταν υπόδουλες και υποταγμένες στο πλαίσιο ενός κόσμου, ο οποίος εμφανίζεται να κυριαρχείται από τις αντρικές αρετές ιπποτών ή ασκητικών μοναχών, καθώς η εξουσία απέκλειε τις γυναίκες από την κορυφή της κοινωνίας. Ωστόσο, μπορούμε να συναντήσουμε και γυναίκες που αποδεικνύουν το αντίθετο, εφόσον μπόρεσαν να διοικήσουν επικράτειες και να κυβερνήσουν υπηκόους. Πράγματι, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα γυναικών που ασκούν τη βασιλική εξουσία, όταν ο σύζυγός τους απουσιάζει ή ασθενεί ή αυτών στις οποίες έχει νομίμως ανατεθεί η αντιβασιλεία μέχρι την ενηλικίωση του γιου τους. Άλλες πάλι είναι αρκούντως δυναμικές, ώστε να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους και χωρίς να συμβαίνει κάτι από τα παραπάνω.
Τα ανωτέρω μοιάζουν πολύ ωραία, αλλά θα μπορούσε να αντιταχθεί ότι αφορούν μόνο τα ανώτατα κοινωνικά στρώματα, όπου παραδοσιακά η γυναίκα τυγχάνει καλύτερης μεταχείρισης.
Η θέση της γυναίκας στη συντηρητική αγροτική κοινωνία είναι χειρότερη από αυτήν της αριστοκρατίας. Υπάρχει μισογυνισμός στη νοοτροπία των ανθρώπων εκεί, καθώς και αρκετά παραδείγματα ενδοοικογενειακής βίας. Εντούτοις, υπάρχουν σχεδόν ισάριθμες περιπτώσεις γυναικών υποταγμένων στους συζύγους τους και γυναικών που έχουν επιβληθεί κυριολεκτικά σ’ αυτούς. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, υπάρχει κάποια ισορροπία στους ρόλους των συζύγων,, όσον αφορά στη διαχείριση των οικιακών και οικογενειακών θεμάτων. Άλλωστε, όσες γυναίκες ευγενείς διέμεναν κατά διαστήματα σε χωριά, αποδεικνύουν πως η θέση της γυναίκας των ανώτερων τάξεων είναι σαφώς καλύτερη. 
Υπάρχουν και τα  μισογυνικά στερεότυπα που παρουσιάζουν τη γυναίκα ως προσωποποίηση της αμαρτίας. Υπάρχουν, ωστόσο, και τα ιστορικά στοιχεία που παρέχουν μια πολύ πιο ισορροπημένη εικόνα. 
Καταρχάς, η μεσαιωνική Εκκλησία δε διστάζει να αναθέσει σε γυναίκες θέσεις ευθύνης με πολιτική και οικονομική ισχύ. Οι ηγούμενες των μονών ασκούν εξουσία και διαχειρίζονται πολλές φορές τεράστιες περιουσίες. Ανάμεσα στις σημαντικές γυναικείες μορφές της Καθολικής Εκκλησίας του Μεσαίωνα δε λείπουν και οι δυναμικές προσωπικότητες που δε θα διστάσουν να αναμετρηθούν με την κοσμική εξουσία, υπερασπίζοντας τα πιστεύω τους. Γενικά, η θέση της γυναίκας στο πλαίσιο της καθολικής Εκκλησίας είναι ακριβώς αυτή που κατέχει η γυναίκα στην κοινωνία τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.
Άρα, συμπεραίνουμε πως ο Μεσαίωνας αναγνώριζε στη γυναίκα θέση πολύ καλύτερη απ’ ό,τι οι περισσότερες περίοδοι της Ιστορίας και δεχόταν κάπως την ιδιαιτερότητα του φύλου της, στοιχείο πολύ σημαντικό, όταν στην εποχή μας το πρότυπο που προσφέρεται στη σύγχρονη γυναίκα είναι αυτό της μίμησης του άντρα.
 Αξίζει να σημειωθεί, επακόλουθα, και το γεγονός ότι κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα, η χριστιανική σύνθεση αρσενικού και θηλυκού κατέρρευσε, ενώ ο σκοταδισμός και η θρησκευτική μισαλλοδοξία, που χαρακτήριζε την περίοδο εκείνη, οδήγησε σε τρομερά εγκλήματα κατά του γυναικείου φύλου. Έτσι, άρχισε και ο δρόμος των γυναικών προς την Ιερά Εξέταση. Ιδιότητες των γυναικών που στα προχριστιανικά πατριαρχικά συστήματα αποτελούσαν αντικείμενα σεβασμού ή ακόμα και φόβου, όπως οι θεραπεύτριες και οι μάντισσες, έγιναν ηθικές απαξίες που χαρακτήριζαν τις γυναίκες ως μάγισσες και τις προόριζαν για την πυρά. Η σεξουαλικότητα της γυναίκας έγινε συνώνυμη με την αμαρτία. Κατά την περίοδο του Διαφωτισμού,  η γυναίκα εξακολούθησε να θεωρείται κατώτερο ον, ενώ η έντονη επίδραση που ασκούσε ο ηθικός κώδικας αξιών της Εκκλησίας διατηρήθηκε σε όλη τη βυζαντινή εποχή, παίζοντας κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση του γυναικείου προτύπου και στην ενίσχυση της ιδεολογίας, που οδηγούσε σε διακρίσεις σε βάρος των γυναικών.

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Στο Βυζάντιο, η κοινωνική θέση των γυναικών ήταν υψηλότερη από οποιαδήποτε άλλη πολιτισμένη κοινωνία της εποχής. Οι γυναίκες την περίοδο αυτή άσκησαν επιρροή στην πολιτική και στις υποθέσεις του κράτους, όχι μόνο μέσω των ανδρών, αλλά πολύ συχνά ασκώντας οι ίδιες άμεση, προσωπική εξουσία, ως ενθρονισμένες Αυτοκράτειρες. Η βυζαντινή κοινωνία ήταν μια πατριαρχική κοινωνία και μάλιστα αρκετά συντηρητική, ώστε να έχει θεσμοθετήσει συγκεκριμένους ρόλους για τους άνδρες και τις γυναίκες τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια ζωή. Ο αποκλεισμός των γυναικών από τη δημόσια ζωή μπορούσε να σπάσει σε κάποιες περιπτώσεις, όπου αυτές ήταν αναγκασμένες από τα πράγματα να ενισχύσουν οικονομικά τα σπίτια τους, είτε στις αγροτικές κοινότητες είτε στις πόλεις, ασκώντας ένα βιοποριστικό επάγγελμα. Και βέβαια δεν ήταν λίγες οι ξεχωριστές προσωπικότητες βυζαντινών γυναικών που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή της δικής τους εποχής, αλλά και στο μέλλον του Βυζαντίου. Παράλληλα, οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν περιγράψει με τα μελανότερα χρώματα τη γυναικεία φύση και την επικίνδυνη επιρροή της στους άντρες και πρόβαλλαν ως ιδανικό της σωστής κόρης και συζύγου την πλήρη υποταγή στον πατέρα και το σύζυγο και σχεδόν όλες οι γυναίκες που είναι αναγνωρίσιμα άτομα στις βυζαντινές ιστορίες ανήκουν σε οικογένειες που ήταν ιδιαίτερα ισχυρές πολιτικά και οικονομικά.


Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ
1453(Άλωση της Κων/πολης)-1821(Επανάσταση του Ελληνικού έθνους)

Την εποχή που η Ευρώπη γνώριζε την Αναγέννηση της, που αποτέλεσε θεμέλιο ενός νέου κόσμου, η Ελλάδα, μαζί με όλους τους λαούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, περνούσαν κάτω από την οθωμανική κυριαρχία. Στη χειρότερη θέση από όλους τους υπόδουλους, ανεξάρτητα από την κοινωνική τάξη, βρίσκονταν οι γυναίκες. Η γυναίκα και η θέση της κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο δεν είχε μελετηθεί συστηματικά και παραμένει σχεδόν άγνωστη έως σήμερα. Η επαγγελματική δραστηριότητα των γυναικών περιοριζόταν σε ενασχολήσεις που θεωρούνταν γυναικείες, όπως είναι η υφαντική και γενικά τα χειροτεχνήματα. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι γυναίκες εργαζόταν το ίδιο σκληρά με τους άνδρες και μάλιστα σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, δουλεύοντας σε γεωργικές εργασίες ή σε βιομηχανικές επιχειρήσεις. 
Καθώς το επίπεδο ζωής τα χρόνια εκείνα ήταν πολύ χαμηλό και οι έννοιες πολλές, οι γονείς δεν πρόσφεραν κάποια ιδιαίτερη μόρφωση στα παιδιά τους και κυρίως στις γυναίκες. Αυτό ίσχυε σχεδόν σε όλες τις ελληνικές οικογένειες, ίσως με μοναδική εξαίρεση τις οικογένειες που είχαν εξουσία και κάποια οικονομική άνεση. Οι γυναίκες που κατάφερναν να σπουδάσουν και να μορφωθούν ήταν αυτές οι οποίες συνήθως δώριζαν κάποιο χρηματικό ποσό ή χορηγούσαν λογοτεχνικά κείμενα κ.λπ. Ουσιαστικά, το σχολείο είχε σχεδόν καταργηθεί εκείνη την εποχή. Τα δικαιώματα ιδιοκτησίας γυναικών και αντρών ήταν ταυτόσημα και υποβάλλονται στους ίδιους εθιμικούς περιορισμούς, ενώ οι πωλήσεις της γης γίνονταν σε μεγάλο ποσοστό από γυναίκες χωρίς την σκιά των αντρών.
Η παρουσία των γυναικών στην ελληνική επανάσταση ήταν καθοριστική, αλλά με ελάχιστη ανααγνώριση. Αυτό είναι σαφώς αποδεκτό από τον καθένα, μιας και είχαν προσφέρει υπεραρκετά, αφού έπαιξαν για ακόμα μία φορά καθοριστικό ρόλο.
 Συμπερασματικά, η θέση της γυναίκας συγκριτικά με παλαιότερα είχε βελτιωθεί σε αρκετά σημεία και με τη συνεισφορά τους στην επανάσταση και στην εργασία κέρδισαν τον σεβασμό των ανδρών, αλλά, όπως και κατά τις προηγούμενες περιόδους, δεν εξισώθηκαν με τους άνδρες σε καμία περίπτωση.


Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ

Μετά το τέλος της τουρκικής κυριαρχίας στον ελλαδικό χώρο και με την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1832, η γυναίκα και πάλι δεν είναι ισότιμη με τον άντρα.
Στους νεότερους χρόνους, και συγκεκριμένα στο τέλος του 19ου αιώνα, λίγες μορφωμένες και μαχητικές γυναίκες κινητοποιούνται για ζητήματα ισότητας. Το κίνημα αυτό μαζικοποιείται οριστικά τον 20ο αιώνα, με τη γενικότερη ανάπτυξη όλων των προοδευτικών κινημάτων. Η συνειδητοποίηση και η προβολή του αιτήματος για ουσιαστική ισότητα, ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και δημόσια ζωή, η ηθική και κοινωνική απελευθέρωση της γυναίκας, μόλις τις τελευταίες δεκαετίες άρχισε να πραγματοποιείται.
Η γυναίκα πάλεψε για την κατάκτηση συγκεκριμένων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ξεκινώντας από το δικαίωμα στην εκπαίδευση αφού η παιδεία ήταν απρόσιτη σε αυτή. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οι γυναίκες ήταν σχεδόν αποκλεισμένες από τη μισθωτή εργασία. Θεωρούνταν άεργες, αφού ούτε αυτή η οικιακή εργασία τους δεν αναγνωριζόταν, αμόρφωτες και '' οπισθοδρομικές '', μέσα σε μια κοινωνία που άρχιζε να προβάλλει τις αντίθετες ακριβώς αξίες. Ακόμη και όταν η εργασία τους θεωρήθηκε απαραίτητη για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, τα επαγγέλματα που κοινωνικά τους επιτρέπονταν ήταν αυτά που αποτελούσαν μια προέκταση του παραδοσιακού ρόλου των γυναικών μέσα στην οικογένεια. Περιορισμένες οι γυναίκες σε εργασίες μονότονες και δίχως δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης, αλλά ιδιαίτερα κοπιαστικές και ανθυγιεινές, αποθαρρύνονταν και αποκλείονταν από εκείνες που απαιτούσαν τεχνική κατάρτιση, μόρφωση και υπευθυνότητα. Ήταν για χρόνια το εφεδρικό εργατικό δυναμικό, τα φτηνά εργατικά χέρια.


Η αντιμετώπιση της γυναίκας ανάλογα την κοινωνική της θέση

Στις αγροτικές οικογένειες, καθώς τις περισσότερες φορές ήταν πατριαρχικές, οι γυναίκες είχαν περιορισμένη ζωή, κλεισμένες στο σπίτι των αντρών τους ή των πατεράδων τους, στην περίπτωση που δεν είχαν παντρευτεί ακόμη. Είχαν στερημένο βίο, γεμάτο κακουχίες και χωρίς ανέσεις. Ένα ιδανικό αποτελεί το να μη δει κανείς την ανύπαντρη κοπέλα, καθώς δεν είχαν να προσφέρουν στους γαμπρούς πολλά προικιά εκτός από την αγνότητα, την τιμή και την αθωότητα των ίδιων των κοριτσιών. 
Για να παντρευτεί μια κοπέλα, έπρεπε οι γονείς της να προσφέρουν όσο το δυνατόν γίνεται περισσότερο δελεαστική προίκα, ενώ χωρίς αυτήν ήταν σχεδόν αδύνατο σε κάθε περίπτωση να υπάρξει γάμος, αφού αποτελούσε πολλές φορές τον κύριο σκοπό ενός γάμου. Η προίκα ήταν απαραίτητη, ενώ για να εμπλουτιστεί δούλευαν σκληρά όλα τα αρσενικά της οικογένειας, καθώς και τα θηλυκά όσο μπορούσαν και όσο τους ήταν επιτρεπτό. 
Ρίχνοντας μια προσεκτική ματιά στον ''Μονόλογο ευαισθήτου'', παρατηρούμε πως είναι προτιμότερο το κορίτσι να στερηθεί οποιοδήποτε έξοδο για τη σωστή του ανατροφή, τις ανάγκες και την ψυχαγωγία του, με σκοπό να εμπλουτιστεί η προίκα του. Στερείται και κακοπαθαίνει, ενώ μπορεί να φτάσει ακόμα και στο σημείο να πάρει τον ρόλο της δούλας της οικογένειάς της, δουλεύοντας γι' αυτήν, έτσι ώστε να προστεθούν και αυτά τα χρήματα στην προίκα της. 
Οι γονείς προτιμούν να μαζεύουν χρήματα, ταλαιπωρώντας και τις κόρες τους, αλλά και τους ίδιους τους εαυτούς τους και να κακομεταχειρίζονται τα παιδιά τους προσπαθώντας να τα κάνουν  να ''αποδώσουν'' τα χρήματα που τους ''χρωστάνε'' για να μπορούν να τις ''ξεφορτωθούν'' με το οικονομικό θέλγητρο της προίκας. Προτιμούν να δίνουν και τις ίδιες τους τις κόρες, αλλά και τις οικονομίες τους σε έναν επιτήδειο χαρακτηρίζοντάς τον <<γαμπρό>> , ο οποίος πιθανότατα να μην ψάχνει τίποτα άλλο παρά έναν τρόπο για να εξασφαλίσει την ζωή του, ενώ πρόκειται να τη μεταχειρίζεται ως δούλα, παρά να διαθέσουν αυτό το χρηματικό ποσό για να τις μορφώσουν, να τις καλλιεργήσουν πνευματικά, να τους ανοίξουν τον πνευματικό τους ορίζοντα, κι αν όχι για την προσωπική τους μόρφωση, τότε για να βρίσκονται στο σημείο να μπορούν να διαλέξουν το σύντροφό τους, να δεχτούν εκείνον που θα κρίνουν κατάλληλο να τις κάνουν ευτυχισμένες και να απορρίψουν εκείνον που το μόνο που θέλει από αυτές είναι η προίκα τους.
Σε αντίθεση με την αγροτική κοινωνία και με μια περιθωριοποιημένη θέση της γυναίκας και με βάση το ''Έρωτος αποτελέσματα'', στις εύπορες οικογένειες οι γυναίκες δεν είχαν υποτιμητική θέση, καθώς ήταν σχεδόν ισάξιες με τα αρσενικά του σπιτιού. 
Δε στερούνται τίποτα, δεν ασχολούνται με τις οικιακές δουλειές όσο οι κοπέλες των κατώτερων τάξεων. Έχουν ό,τι ποθήσουν ακόμα και αν δεν τους είναι αναγκαίο. Δε θεωρούνται ''κτήμα'' ή ''ιδιοκτησία'' κάποιου, ούτε των γονιών της, αλλά και ούτε του μελλοντικού της συζύγου, ενώ έχουν το δικαίωμα να τους φέρουν αντίρρηση πάνω σε κάποιο θέμα.  
Στην προκειμένη περίπτωση, οι γονείς ενδιαφέρονται για την υγεία της κόρης τους. Ακόμη και ο αρχηγός της οικογένειας, ο πατέρας, ανησυχεί και ενδιαφέρεται για το καλό της, ρωτώντας την επανειλημμένες φορές, για να σιγουρευτεί για την σωματική και πνευματική της ακεραιότητα στην περίπτωση που την δει λίγο σκεπτική ή ανήσυχη, πιστεύοντας πως ενδεχομένως να βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, επειδή επιθυμεί κάποιο επιπλέον απ' τα καλούδια που της εξασφαλίζουν.
 Όταν υπάρξει κάποιο ενδεχόμενο προξενιό, τη ρωτούν για την συγκατάθεσή της, ενώ δεν της επιβάλλουν όποιον γαμπρό θεωρούν οι ίδιοι άξιο ή κατάλληλο. 
Ενώ στην περίπτωση που ζητήσει κάποιου είδους βοήθεια, ακόμη και οικονομική, όπως ακριβώς συμβαίνει στο ''Της νύφης που κακοπάθησε'', οι γονείς της την βοηθούν χωρίς δεύτερη σκέψη, ακόμα και όταν είναι παντρεμένη έχοντας δική της οικογένεια, ενώ οι ίδιοι δεν παύουν ούτε στιγμή να τρέφουν την αγάπη τους προς το παιδί τους, καθώς είναι διατεθειμένοι να φτάσουν και στο σημείο να την δεχτούν πίσω.
Ωστόσο, σύμφωνα με το ποίημα ''Ερωτόκριτος'', σε άλλη βέβαια εποχή, ακόμη και στις ανώτερες τάξεις, συναντάμε πατριαρχικές οικογένειες όπου οι πατεράδες, παρότι ενδιαφέρονται για το καλό των κορών τους, όταν έρχεται η ώρα για την απόφαση του γαμπρού της κόρης τους, δεν παίρνουν την συγκατάθεσή της, ενώ οι ίδιοι αποφασίζουν για το μέλλον της.
Όσον αφορά το παράδειγμα της ''Στέλλας Βιολάντη'', διαπιστώνουμε πως, παρότι κατάγεται και αυτή από εύπορη οικογένεια αποτελεί άλλη μία περίπτωση, κατά την οποία οι γονείς της είναι αυτοί που την ορίζουν και της προδιαγράφουν το μέλλον. 
Είναι πολύ σίγουρη για τα αισθήματα που τρέφει για τον Χρηστάκη, ενώ είναι σίγουρη μέχρι και για το τι μπορεί να αισθάνεται και εκείνος γι' αυτήν. Ωστόσο, μέχρι να έρθει αντιμέτωπη με τη μόνη σκληρή αλήθεια, μαθαίνοντας πως αυτή της η πεποίθηση αποτελεί απλώς και μόνο ένα ψέμα, μια οφθαλμαπάτη, ενώ όσα είχε πιστέψει και είχε αγωνιστεί γι' αυτά ήταν ανύπαρκτα, πολεμάει για τον έρωτά της , καθώς αποτελεί την μοναδική της ''σανίδα σωτηρίας'', στηρίζεται πάνω του, δεν τον αρνείται, δε φοβάται για τις ακόλουθες συνέπειες, έχει επαναστατική ψυχή γεμάτη πίστη και ελπίδα για κάτι που δεν υφίσταται. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, άλλωστε, όταν διαπιστώσει την συντριπτική αλήθεια της πραγματικότητας, το μόνο που επιθυμεί να διαπράξει είναι να ''δώσει τέλος'' στην ζωή της και στην πονεμένη, πληγωμένη και προδομένη της καρδιά που χτυπούσε μόνο και μόνο για τον υποκριτή και ψεύτη Χρηστάκη. Αρνείται επανειλημμένες φορές να ζήσει την ζωή που θέλουν οι γονείς της να έχει, ενώ, παρότι είχε μαθευτεί το γεγονός στην γειτονιά και είχε σπιλωθεί η τιμή και η υπόληψη της μια για πάντα, η οικογένειά της στιγμή δεν σκέφτηκε το ενδεχόμενο να την παντρέψουν μ' αυτόν που θέλει, εφόσον είναι ένας φτωχός και δεν της αρμόζει ένας τέτοιος σύντροφος, αλλά ένας κατά πολύ ανώτερος και άξιος μη λογαριάζοντας την δυσμενή θέση στην οποία βρίσκεται η κόρη τους.

Η θέση της γυναίκας στο 19ο αιώνα 


 Οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν διαφορετικά από τους άνδρες και έπρεπε να φτάσουν μέχρι σήμερα για να αποκτήσουν ίσα δικαιώματα. Ωστόσο, όσον αφορά εκείνη την εποχή ισχύουν οι ακόλουθοι ''κανόνες''.
Από τη μια μεριά, σύμφωνα με το διήγημα-μυθιστόρημα '' Η Φόνισσα '', η γυναίκα αυτή την εποχή αποτελεί ένα βάρος για τον οικογενειακό της περίγυρο, ενώ τις περισσότερες φορές αντιμετωπίζεται σαν ένα άψυχο σώμα, σαν μια δούλα, μια σκλάβα,  που υπάρχει μόνο για να υπηρετεί αυτούς που έχουν επίδραση πάνω της, όπως οι γονείς της, κατά την παιδική και εφηβική της ηλικία, ο σύζυγός της, από τη στιγμή που τον παντρεύεται, καθώς και αργότερα τα παιδιά της ή και ακόμα τα εγγόνια της. Όσο ακόμα  ανήκει στους γονείς της, η οικογένειά της ψάχνει κάποιον “ιδανικό” για να παντρευτεί, ο οποίος προτιμάται να μην έχει πολλές απαιτήσεις όσον αφορά στην προίκα που οι γονείς είναι διατεθειμένοι να δώσουν και να είναι ολιγαρκής και μετριόφρων. 
Ύστερα, ο σύντροφός της έχει τον ρόλο του αφέντη της, ενώ αποτελεί μια μορφή που την καθορίζει εξ ολοκλήρου. Ωστόσο, παρότι είναι ο ‘αρχηγός της οικογένειας’, δε διαθέτει εξίσου κύριο και καθοριστικό ρόλο για τα κύρια βάρη της, αφού σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπήρχε η συνδρομή του στα τρέχοντα οικονομικά ζητήματα. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί πως εκείνη την εποχή η γέννηση κοριτσιών ήταν περισσότερο συχνή από αυτήν των αγοριών. Έτσι, οι γαμπροί είχαν υπέρμετρες απαιτήσεις όσον αφορά στην προίκα που ζητούσαν. 
Ωστόσο, σύμφωνα με το κείμενο '' Το Αμάρτημα της Μητρός μου '', υπάρχουν και αυτές οι περιπτώσεις που κάτι τέτοιο δεν υφίσταται, βασιζόμενοι πάνω σε καταστάσεις που έστω ο ένας γονέας δε βλέπει την κόρη του ως ένα φόρτωμα, αλλά ως ένα θείο δώρο, ενώ προτιμά χωρίς δεύτερη σκέψη να θυσιάσει όλα τα υπάρχοντα του για τη σωστή και κατάλληλη ανατροφή της. Στην προκειμένη κατάσταση, ακόμα και άρρωστη αν είναι, δεν εύχεται να οδηγηθεί στο θάνατο, για να γλυτώσουν οι γονείς την προίκα που θα αναγκαστούν να παραχωρήσουν για χάρη της στο σύζυγό της, αλλά κάνει τα αδύνατα δυνατά, για να της εξασφαλίσει μια ζωή γεμάτη υγεία. Δε διστάζει να ξοδέψει, εάν χρειαστεί, ένα σεβαστό ποσό χρημάτων για το καλό της, ενώ φτάνει ακόμη και στο σημείο να παρακαλάει τους Αγίους να μην της την πάρουν, προσφέροντας αντί γι’ αυτήν ένα από τα υπόλοιπα παιδιά της και μάλιστα έναν από τους υιούς της.
Παρόλα αυτά, με βάση το κείμενο ''Πατέρας στο σπίτι'', συναντάμε και μια γυναικεία μορφή που συμβάλλει αισθητά στα οικονομικά έξοδα σε ένα νοικοκυριό, αν και ανώτατο και κυρίαρχο φύλο αποτελεί και πάλι το αντρικό σε σχέση με το γυναικείο και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η γυναικεία εργασία  δεν ανταμείβεται ισάξια με τη δουλειά των αντρών. Βλέπουμε τους άντρες να ξοδεύουν, αν όχι όλο το ποσό του μισθού τους, τότε σίγουρα το μεγαλύτερο, πίνοντας σε καφενεία με φίλους και συναδέλφους. Με αυτόν τον τρόπο, μένουν με χρήματα που δεν είναι επαρκή, για να ζήσουν τις πολυπληθείς οικογένειες της εποχής. Παρατηρούμε, λοιπόν, από τη μια πλευρά, έναν άντρα που μπορεί να μην δουλεύει σκληρά ή πολλές ώρες, ενώ ανταμείβεται με σημαντικό ποσό χρημάτων για την εποχή, και από την άλλη, μια γυναίκα που μπορεί να εργάζεται σκληρότερα και περισσότερο σε σχέση με το άλλο φύλο και να ανταμείβεται με πολύ λιγότερα χρήματα, μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκα και, επομένως, βρίσκεται σε κατώτερη θέση από αυτήν του άντρα, το οποίο σημαίνει πως ό,τι κάνει θα είναι, παράλληλα, και ''κατώτερο''. Επιπρόσθετα, μπορεί κανείς να συναντήσει συχνά και το φαινόμενο ο σύζυγος να εγκαταλείπει την οικογένειά του, τη γυναίκα μαζί με τα παιδιά του, και να είναι πρόθυμος να παντρευτεί κάποια άλλη γυναίκα, κάνοντας μαζί της μια άλλη οικογένεια, με την προϋπόθεση, ασφαλώς, η νέα του σύζυγος να είναι εύπορη, διαγράφοντας παντελώς την ''παλιά'' του οικογένεια.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως κατά τη νουβέλα '' Η Φόνισσα '' ολόκληρη η ζωή της γυναίκας  αποτελεί απλώς και μόνο ένα σχεδόν ανώφελο και μάταιο βίο.Σε αντίθεση με αυτό, έρχεται '' Το Αμάρτημα της Μητρός μου '', όπου συναντάμε μια κατάσταση που αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την κοινωνία, ενώ το ''Πατέρας στο σπίτι'' περιγράφει μια γυναίκα που αψηφά την κοινωνία και τις δυσμενείς δυσκολίες που διαθέτει και επιλέγει να δίνει καθημερινές μάχες για να μεγαλώσει τα παιδιά της μη θέλοντας να πάρει τον ρόλο της κακότυχης μητέρας χωρίς τον ''στυλοβάτη'' του σπιτιού της.


Η θέση της γυναίκας στα δημοτικά τραγούδια

Η γυναίκα είναι πολύ συνηθισμένο πρόσωπο στα δημοτικά τραγούδια, μιας και βρίσκονται αποσπάσματα από την παιδική της ηλικία έως και τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Σε πολλά κείμενα βρίσκουμε χαρακτηριστικά για τη ζωή της, χωρίς αυτά να είναι πάντα ομαλά.
Πιο συγκεκριμένα, λοιπόν, έχοντας κατά νου την ιστορία ''Του νεκρού αδελφού'', μπορούμε να αντλήσουμε πολλά στοιχεία για τη ζωή των γυναικών τότε, ξεκινώντας μόλις από την παιδική ηλικία. Σαφώς τα κορίτσια έπρεπε να είναι κλεισμένα στο σπίτι, έτσι ώστε η παρθενικότητα τους να εξαρτάται από τα λιγοστά αντικρίσματα προς αυτές. Έπειτα, στ πλαίσιο μιας φυσιολογικής -για την εποχή- κατάστασης, το ''απομονωμένο'' κορίτσι προξενεύεται σε πολύ μικρή ηλικία, βέβαια όχι από την ίδια την οικογένεια, αλλά από τρίτα πρόσωπα. Ωστόσο, τα πολύ συγγενικά πρόσωπα, όπως οι γονείς της, επιθυμούν να μην παντρευτεί η κόρη τους σε άλλη πόλη. Και αυτό γιατί κάθε γυναίκα είναι χρήσιμη και απαραίτητη για τα γηρατειά των γονιών της.
Επιπρόσθετα, στα δημοτικά τραγούδια μας γίνεται η στενή σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλοβοήθειας που έχουν καθ' όλη τη διάρκεια της μέρας μέσα στο σπίτι για τη καθαριότητα και τη περιποίηση του. Έπειτα, στο τυπικό της προίκας ήταν αναπόφευκτο και πολύ σημαντικό για τους γονείς της νύφης. Εξάλλου, η μητέρα της θα προσπαθήσει πάντα με κάθε τρόπο να συμβάλλει και αυτή ''αθόρυβα'', δίνοντας ένα ποσό από τις κρυμμένες οικονομίες της.
Τέλος, κορυφώνοντας τα χαρακτηριστικά της θέσης της γυναίκας,πρώτη είναι η τιμή. Πάντα μια νύφη σε κάθε οικογένεια έπρεπε να είναι έντιμη και αφοσιωμένη και στα πεθερικά της. Ο δε γαμπρός προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μην κουράζει τη γυναίκα του, προσφέροντας τις χρηματικές ανέσεις και με το παραπάνω. 


Διαφορετική συντέλεση και απεικόνιση στην ''Τιμή και το χρήμα''


Πέρα από την πεπατημένη οδό, στο κείμενο ''Η τιμή και το χρήμα'' απεικονίζεται κάτι διαφορετικό απ' όλα τα συνηθισμένα ''καθεστώτα και ιδανικά'' των γυναικών της εποχής εκείνης. Στο συγκεκριμένο κείμενο, λοιπόν, αντικρίζουμε μια γυναίκα που αν και είναι χτυπημένη από τη μοίρα, μπορεί να σταθεί όρθια, έχοντας τώρα να θρέψει και μια καινούργια ζωή, το παιδί της. Αυτόχρημα, συνεπώς, εκτός από το παιδί, που πρέπει οπωσδήποτε να αποκτήσει τα προς το ζην, ώστε να το αναθρέψει, έχει και να αντιμετωπίσει και τους σχολιασμούς των γύρω της για το καινό ξεκίνημά της. 
Εστιάζοντας στο κείμενο, λοιπόν, το πρώτο χαρακτηριστικό της Ρίνης είναι πως είναι μια κοινή, ερωτευμένη κοπέλα, η οποία, όντας σε ηλικία γάμου, πίστευε πως έχει βρει το έτερόν της ήμισυ. Αφού, ωστόσο, υπάρχει η διαφωνία για το γάμο με τον αγαπημένο της, τελικά βρίσκεται μια ‘μέση λύση’ και αποφασίζουν να συζήσουν, πράγμα ανήκουστο και εξωπραγματικό -με αρνητική βεβαίως σημασία για την εποχή. Εκτός αυτού, και χωρίς να πτοούνται από τα λεγόμενα των γονιών της Ρίνης, η κοπέλα μένει έγκυος. Εντωμεταξύ, όμως, η Ρίνη έχει καταλάβει ότι το πρώτο μέλημα του αγαπημένου της δεν ήταν η αγάπη και ο έρωτας, αλλά το χρήμα. Έτσι, η Ρίνη φεύγει από το σπίτι και γυρίζει πίσω στο πατρικό της παρά τις αποφασιστικές διαφωνίες των γονιών της.
Γενικεύοντας, ωστόσο, η Ρίνη όντας αποφασισμένη να κρατήσει το παιδί, ανακοινώνει στον άνδρα της ότι δεν επιθυμεί να μείνει άλλο μαζί του και του λέει κατηγορηματικά να διακόψουν την όποια σχέση μεταξύ τους.


Οι αλλαγές στη θέση της γυναίκας στις μέρες μας


Στις σύγχρονες κοινωνίες, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Οι γυναίκες είναι αφενός ‘κοινωνικά’ πιο ελεύθερες και αφετέρου σχεδόν ολοκληρωτικά απελευθερωμένες. Σαφώς, λέγοντας πιο ελεύθερες εννοείται πως οι γυναίκες τώρα πλέον δεν είναι υπάκουες στο τυπικό της νοικοκυράς και μάνας. Τώρα προστίθεται και ένα νέο καθεστώς γι' αυτές, η αμειβόμενη ισότιμη σχεδόν εργασία, πράγμα ανήκουστο για παλαιότερες εποχές. Χρησιμοποιώντας τις λέξεις ''εντελώς απελευθερωμένη'', τονίζεται ότι η γυναίκα δεν καθοδηγείται από κανενός το χαλινάρι, αλλά είναι αυτοδύναμη και άξια να σταθεί μόνη στα πόδια της, εκτελώντας τα πάντα με υψηλά ποσοστά επιτυχίας.
ζωντανό παράδειγμα αποτελεί η μονογονεϊκή οικογένεια, με κυρίαρχο τη μητέρα. Εκτός αυτού, το ότι δόθηκε στις γυναίκες το δικαίωμα του ''εκλέγειν και του εκλέγεσθαι'' είναι κοσμοϊστορικό γεγονός.. Όλα αυτά συντελούν σε μια σταθερή πρόοδο των γυναικών προς τη χειραφέτηση. 


ΞΑΝΑ,Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΟΠΩΣ ΑΠΟΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ- (ΠΛΗΝ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ Κ’ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ)

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ

-          Δεν υπάρχει «ύλη».
-          Ο μαθητής μαθαίνει να σκέφτεται, να ερευνά, να επιχειρηματολογεί πάνω στη λογοτεχνία.. Δε  «διδάσκεται» το κείμενο.
-          Τα σχολικά βιβλία είναι απλώς «οδηγοί».
-          Ακολουθείται χρονική σειρά της εξέλιξης των λογοτεχνικών ειδών- κινημάτων-ρευμάτων κ.ά.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ>
-          Το βασικό ιστορικοκοινωνικό/ πολιτισμικό πλαίσιο κάθε εξεταζόμενης εποχής, εστιάζοντας στις σχέσεις των δύο φύλων και στην αιτιολόγησή τους βάσει της εκάστοτε εποχής.
-          Την ιστορική σειρά- αλληλουχία των διάφορων λογοτεχνικών εποχών, ειδών, τάσεων, ρευμάτων, κινημάτων, σχολών κ.ά., ώστε να κατανοήσει πώς η λογοτεχνία πραγματεύεται με διαφορετικό τρόπο τα διάφορα θέματα ανά τις εποχές.
-          Τα ειδικά χαρακτηριστικά των παραπάνω ειδών, ρευμάτων κ.ά. (αναγνώριση, αιτιολόγηση, σύγκριση).
-          Να κατανοεί και να διακρίνει το «σύγχρονο» από το «κλασσικό»- «παραδοσιακό».
-          Τις αφηγηματικές τεχνικές και τους αφηγηματικούς τρόπους.
-          Τα θέματα και τα μοτίβα σε κάθε κείμενο.
-          Την αντίληψη και ερμηνεία των ιδεών και των στάσεων του ήρωα σε σχέση με κάποιο θέμα, π.χ. το θέμα της προίκας, το θέμα του έρωτα κ.ά.
-          Πώς να εξετάζει και να παρουσιάζει την οπτική γωνία κάποιου ήρωα σε ορισμένο θέμα.
-          Πώς να εντοπίζει και να κατεργάζεται με κριτικό τρόπο και ιστορική ματιά τα διάφορα κοινωνικά στερεότυπα.
-          Πώς να επεξεργάζεται κριτικά και να τεκμηριώνει, ευρύτερα.
-          Πώς να εξετάζει τους ήρωες γενικά στο χώρο και το χρόνο (ιδέες, αξίες, στάσεις, συμπεριφορές).

ΟΙ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ- βασικοί τύποι
  1. Οι ερωτήσεις μπορεί να εστιάσουν στους διαφορετικούς ρόλους της γυναίκας (μητέρα, κόρη, αδελφή, σύζυγος, αρραβωνιαστικιά, χήρα κ.ά.) και του άνδρα, σε διαφορετικές ηλικίες (νέος-α, ώριμος-η, ηλικιωμένος-η), σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και μορφωτικά επίπεδα. Ο κάθε ρόλος ενδέχεται να έχει διαφορές σε σχέση με τους άλλους.
  2. Η γυναίκα (και ο άνδρας) ανά εποχή δύναται να φέρει επιπλέον+ διαφορετικά χαρακτηριστικά (αρχαιότητα, Βυζάντιο, Μεσαίωνας, Αναγέννηση, εποχή Ρομαντισμού), σχετιζόμενα με το ιστορικοκοινωνικό και οικονομικό συγκείμενο κάθε εποχής. Μπορεί να ζητηθεί στο μαθητή, κατανοώντας το ιστορικό πλαίσιο,  να προβεί σε σύγκριση (ομοιότητες-διαφορές). Επιπρόσθετα, μπορεί να ζητηθεί από το μαθητή να αναγνωρίσει ιδιάζοντα τοπικά χαρακτηριστικά σχετικά με τη γυναίκα, σε συγκεκριμένο χρόνο  (π.χ. στην Κρήτη, τα Επτάνησα κ.ά. το 19ο αι., βλ. παραπάνω «χώρος» + «χρόνος»).
  3. Επίσης, ερώτηση μπορεί να αποτελέσει η κατάσταση-θέση της γυναίκας στη σύγχρονη εποχή σε σύγκριση με παλαιότερη.
  4. Οι ερωτήσεις –συγκρίσεις μπορεί να γίνονται και σε συγκεκριμένα θέματα> έρωτας, προίκα, γάμος, χηρεία, αρετή, επάγγελμα, παιδεία κ.ά.
  5. Στο μαθητή μπορεί να ζητηθεί να συγκρίνει και ολόκληρα κείμενα ως προς κάποιο θέμα, μοτίβο κ.ά.
  6. Αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα στο έργο.
  7. Η γνώμη του μαθητή, η αρέσκεια ή η απαρέσκειά του, στοιχεία της δικής του ταυτότητας. Η σύνδεση με την καθημερινή ζωή σήμερα.
  8. Ο μαθητής δύναται γα ερωτηθεί για λογοτεχνικά κινήματα-ρεύματα κ.ά., τα οποία αποτυπώνουν τα παραπάνω> ρόλους, ιδέες, τάσεις, οπτικές γωνίες κ.ά.
  9. Μπορεί να ζητηθεί από το μαθητή να σχολιάσει ειδικά γνωρίσματα του κειμένου> γλωσσικά- υφολογικά, δομικά κ.ά., σε σχέση με τους σκοπούς του συγγραφέα, το κίνημα-ρεύμα κ.ά., καθώς και την πρόσληψη από τον αναγνώστη.
  10. Να αποκωδικοποιεί- αποσυμβολίζει.
  11. Να εντοπίζει και να αναλύει σχήματα λόγου (αντιθέσεις, παρομοιώσεις, μεταφορές κ.ά.)
  12. Για την ενότητα «θέατρο», αν διδαχθεί, θα γίνουν ειδικές αναφορές αργότερα.
 ]
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΟΠΩΣ ΑΠΟΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-
(ΠΛΗΝ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ Κ’ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ)

ΧΡΗΣΙΜΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙ>Κοινωνικά στερεότυπα, έμφυλη προσέγγιση- ανάλυση, οπτική γωνία φύλου, κοινωνικές διακρίσεις βάσει φύλου, υποδεέστερη θέση, άσκηση καταπίεσης, φίμωση έκφρασης, ολόπλευρη εξάρτηση, αδυναμία άρθρωσης ατομικού λόγου, υποταγή στην ανδρική εξουσία, κοινωνική κατακραυγή, κοινωνικός στιγματισμός, περιθωριοποίηση, μετάβαση από την πατρική στη συζυγική εξουσία, προσυμφωνημένος γάμος-«προξενιό», απουσία χειραφέτησης, σεμνοτυφία κ.ά.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ, ΟΠΩΣ ΑΝΤΙΚΑΘΡΕΦΤΙΖΟΤΑΝ  ΣΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ (με αποκλίσεις ανά εποχές, περιοχές, τάξεις )>ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ>

ü  αξιολογείτο βάσει της εξωτερικής εμφάνισης, της ηθικής «αρετής», της υποταγής και του οικογενειακού «ονόματος»-καταγωγής-κοινωνικής θέσης,
ü  τελούσε υπό τον πλήρη έλεγχο των αρσενικών μελών της οικογένειας (πατέρα, αδελφού, συζύγου κ.ά.), οι οποίοι συνήθως είχαν πάνω της εξουσία ζωής και θανάτου,
ü  δε διέθετε  ατομική περιουσία, την οποία θα μπορούσε να διαχειριστεί με ελευθερία βούλησης και κινήσεων,
ü  δεν ήλεγχε αυτόβουλα την προσωπική της ζωή (λ.χ. γάμος από προξενιό),
ü  είχε ως υψηλότερη αρετή «το καλό όνομα»,
ü  μεριμνούσε για τα του οίκου, ανάλογα με την κοινωνική της θέση, και για την εξωτερική της εμφάνιση,
ü  ως μητέρα, έχαιρε υψηλού σεβασμού και η γνώμη + ευχή της είχε βαρύνουσα σημασία,
ü  εκείνη έδινε αγωγή και μεταλαμπάδευε αξίες, αντιλήψεις και στάσεις στα παιδιά της,
ü  παντρευόταν συνήθως μία φορά και, όταν χήρευε, αυτοαποκλειόταν απ’ τον κοινωνικό βίο,
ü  χαρακτηριζόταν από διαρκή προσφορά και αυτοθυσία,
ü  εξιδανικευόταν,
ü  αφοσιωνόταν στην οικογένεια,
ü  ερωτευόταν με πάθος και εκδήλωνε ισόβια δέσμευση,
ü  ενίοτε πέθαινε για την αγάπη,
ü  δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορεί δημόσια παρά μόνο σε ελάχιστες κοινωνικές περιστάσεις και με ανδρική συνοδεία,
ü  δεν επιτρεπόταν να εργάζεται εκτός του οίκου παρά αν ήταν πολύ χαμηλής κοινωνικής θέσης,
ü  ήταν αγράμματη, με σπάνιες εξαιρέσεις ορισμένες γυναίκες ευγενικής καταγωγής και πολύ εύπορες,
ü  δε συμμετείχε στη δημόσια και πολιτική ζωή- δεν είχε ούτε εξέφραζε γνώμη δημόσια για τα κοινά,
ü  θρησκευόταν και συχνά ήταν φορέας δοξασιών, προλήψεων και προκαταλήψεων.
ü  + ΓΥΝΑΙΚΑ στη σύγχρονη εποχή….+ ρόλος άνδρα (πατέρα, συζύγου, γιου κ.ά.), νέα γυναίκα, νέος άνδρας, ώριμη γυναίκα-ώριμος άνδρας.


ΚΚ.